Την μερική αποδοχή της αναπομπής του νόμου για τις παρακολουθήσεις, ψήφισε η Ολομέλεια της Βουλής. Υπέρ ψήφισαν 20 παρόντες Βουλευτές 2 εναντίον και 15 τήρησαν αποχή.
Δείτε τις δηλώσεις του Υπουργού Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως κ. Γιώργου Σαββίδη μετά από την ψήφιση της Ολομέλειας της Βουλής:
«Με χαροποιεί ιδιαίτερα το γεγονός ότι προ ολίγων λεπτών ψηφίστηκε ο Νόμος των ιδιωτικών παρακολουθήσεων, με τρόπο που να είναι αποδεκτός από όλους.Έγιναν συμβιβασμοί από όλες τις πλευρές και καταλήξαμε σε ένα αποτέλεσμα, το οποίο πιστεύω ότι από τη μια, παρέχει τα αναγκαία εχέγγυα για να αποτελέσει αυτός ο Νόμος ένα σημαντικό όπλο στην προσπάθεια των διωκτικών Αρχών να καταπολεμήσουν το οργανωμένο έγκλημα και από την άλλη, δίδει πολλές ασφαλιστικές δικλείδες, οι οποίες ικανοποίησαν τους βουλευτές για το γεγονός ότι έχει περιοριστεί σε μεγάλο βαθμό η πιθανότητα να υπάρξει οποιαδήποτε κατάχρηση του σοβαρού αυτού όπλου που δίδεται στις διωκτικές Αρχές.
Θέλω να επαναλάβω ότι ο Νόμος αυτός δεν δίνει μια γενική άδεια πλήρους παρακολούθησης όλων των τηλεφωνικών συνδιαλέξεων των πολιτών. Είναι πάρα πολύ περιορισμένες οι συνθήκες, είναι πάρα πολύ περιορισμένα τα αδικήματα: είναι τα πολύ σοβαρά ποινικά αδικήματα, τα οποία περιγράφονται στην τροποποίηση του Συντάγματος και στον Νόμο ο οποίος πέρασε πριν από λίγο. Θέλω να ευχαριστήσω όλα τα Κόμματα, γιατί μέσα σε αυτή τη δύσκολη και γεμάτη εμπόδια, προβλήματα, δυσκολίες και επιπλοκές πορεία που είχε το νομοσχέδιο αυτό, καταλήξαμε σε συναινετική λύση. Θέλω θερμά να ευχαριστήσω όλα τα Κόμματα για τη συνεργασία, τη βοήθεια και τη Βουλή για την ψήφιση του Νόμου.»
Σε ερώτηση πώς αλλάζει το νομοσχέδιο, ο κ. Σαββίδης απάντησε ότι «υπήρχαν δύο τροπολογίες της ΕΔΕΚ με τις οποίες διαφωνήσαμε και έγινε η αναπομπή. Ξεκινώντας από το εύκολο, με την τροπολογία που είχα παρουσιάσει προχθές στη Βουλή, το θέμα του δικηγορικού απορρήτου ξεκαθαρίζει απόλυτα ότι, δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε οποιοδήποτε δικαστήριο, ποινικό ή πολιτικό, η μαρτυρία η οποία προκύπτει από παρακολούθηση τηλεφωνικής συνδιάλεξης δικηγόρου – πελάτη, εφόσον το περιεχόμενό της εμπίπτει στο επαγγελματικό απόρρητο το οποίο καθορίζει ο περί Δικηγόρων Νόμος και οι περί Δικηγόρων Κανονισμοί. Όπως ήταν η προηγούμενη τροπολογία με την οποία είχα διαφωνήσει, δεν ήταν θέμα εάν θα ήταν αποδεκτή η μαρτυρία στο Δικαστήριο. Ήταν παράνομη η παρακολούθηση. Με τον τρόπο αυτό η παρακολούθηση θα μπορεί να γίνεται, απλώς δεν θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί οποιοδήποτε καλώς νοούμενο επαγγελματικό απόρρητο μεταξύ πελάτη και δικηγόρου στα Δικαστήρια.
Σε ό,τι αφορά στη δεύτερη τροπολογία που είχε ζητήσει η ΕΔΕΚ, δηλαδή να προστεθεί ο ‘σοβαρός λόγος’ και η ‘αναγκαιότητα’ ως προϋπόθεση για να εξασφαλιστεί το διάταγμα, οι δύο αυτοί οροί έχουν απαλειφθεί. Επίσης, ενώ το δικό μας κείμενο αναφερόταν σε ‘εύλογη υποψία’ ή ‘πιθανότητα,’ δεχθήκαμε ότι η λέξη ‘πιθανότητα’ ενδεχομένως να ήταν πιο χαμηλή σε επίπεδο ‘αναγκαιότητας’ απόδειξης από την ‘εύλογη υποψία’ και δεχθήκαμε να μείνει μόνο η ‘εύλογη υποψία’. Άρα, θα μπορεί να γίνει παρακολούθηση εάν πειστεί το Δικαστήριο μετά από αίτηση του Γενικού Εισαγγελέα ότι υπάρχει ‘εύλογη υποψία’. Αυτός ο όρος ‘εύλογη υποψία’ – είναι πολύ σημαντικό να αναφέρουμε – ότι είναι πολύ γνωστός στα Δικαστήρια, γιατί είναι βάσει αυτού που στερούν το ύψιστο δικαίωμα του πολίτη, που είναι η ελευθερία του ατόμου.»
Πηγή: ΚΥΠΕ – Γραφείο Τύπου και Πληροφοριών